Η διαταραχή της κίνησης που αναφέρεται ως δυσπραξία χαρακτηρίζεται από τη δυσκολία του ατόμου να παράγει σκόπιμα εκούσιες κινήσεις, παρόλο που δεν υπάρχει αδυναμία ή μυϊκή παράλυση. Οι μύες δηλαδή είναι ικανοί να λειτουργήσουν φυσιολογικά, αλλά ο προγραμματισμός των κινήσεων από τον εγκέφαλο είναι είτε λανθασμένος είτε ανακριβής.
Ένα χαρακτηριστικό στοιχείο που έχουν τα άτομα με δυσπραξία είναι η έλλειψη συνέπειας. Τι σημαίνει αυτό; Στον λόγο για παράδειγμα, η έλλειψη συνέπειας συνδέεται άμεσα με την απουσία εκείνων των στοιχείων που θα έκαναν τα λάθη του λόγου προβλέψιμα. Με άλλα λόγια, η εκφορά των λέξεων μπορεί να μην είναι πάντα η ίδια στα άτομα αυτά, αλλά να διαφέρει κάθε φορά (π.χ. μπορεί να εκφέρουν μια φορά τη λέξη «κάτα» αντί για «γάτα» και την επόμενη φορά να την εκφέρουν ως «χάτα» ή «γάκα»).
Όπως είναι αναμενόμενο σε διαταραχές της κινητικής συμπεριφοράς, έτσι και στη δυσπραξία, επηρεάζονται διαφορετικά μέρη του σώματος. Επομένως, οι διαταραχές ονομάζονται με βάση την κινητική συμπεριφορά που παρουσιάζουν ή από το μέρος του σώματος που επηρεάζεται περισσότερο. Σαν αποτέλεσμα, υπάρχουν οι εξής τύποι δυσπραξίας: απραξία των άκρων, ιδεακή απραξία, ιδεοκινητική απραξία, απραξία βάδισης, κατασκευαστική απραξία και στοματική απραξία.
Προκειμένου να διαπιστώσουμε λοιπόν, εάν κάποιος έχει δυσπραξία, μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε ορισμένες εύκολες δοκιμασίες, όπως είναι η κίνηση του αποχαιρετισμού από μακριά, η χειρονομία «έλα εδώ», η χρήση ψαλιδιού, το ξεκλείδωμα μιας πόρτας, το σβήσιμο ενός κεριού, κ.α. Οι οδηγίες για τις δοκιμασίες που προαναφέρθηκαν έχουν συνήθως τη μορφή προφορικών εντολών. Συγκεκριμένα, λέμε στο άτομο που εξετάζουμε να αποχαιρετίσει κάποιον που βρίσκεται μακριά ή του ζητάμε να κόψει ένα κομμάτι χαρτί με το ψαλίδι ή να φυσήξει ένα κερί για να σβήσει! Μέσω αυτών των δοκιμασιών μπορούμε να αξιολογήσουμε και τελικά να συμπεράνουμε εάν ο εξεταζόμενος παρουσιάζει στοιχεία δυσπραξίας ή όχι.
Ολοκληρώνοντας, πρέπει να αναφέρουμε ότι η αποκατάσταση της δυσπραξίας αποτελεί μια σύνθετη διαδικασία στην οποία συχνά είναι απαραίτητο να συμπεριλαμβάνονται συνδυαστικά ειδικότητες όπως εκείνη του εργοθεραπευτή, φυσικοθεραπευτή, λογοθεραπευτή, νευρολόγου, κ.α.
Τα γραφόμενα στην ιστοσελίδα Λόγος & Επικοινωνία προορίζονται για ενημερωτική χρήση και μόνον. Δεν αποτελούν εξατομικευμένες συστάσεις θεραπείας και δεν μπορούν να υποκαταστήσουν την Επιστημονική συμβουλή ενός ειδικευμένου θεραπευτή για κάποιο περιστατικό. Όποτε πρόκειται για αναδημοσίευση από άλλη πηγή, αυτό δηλώνεται ρητά. Οι συγγραφείς του Λόγος & Επικοινωνία δεν ευθύνονται για οποιοδήποτε αποτέλεσμα που σχετίζεται με οποιονδήποτε τρόπο με κάποια ανάρτηση.